ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΕΛΛΗΝΑΣ - ΜΑΡΙΟΣ ΒΕΡΕΤΤΑΣ


1ο κείμενο

Γεννήθηκα Έλληνας. Τι σημαίνει τούτο; Ή μάλλον τι μπορεί να σημαίνει σήμερα; Πόσο σπουδαίο είναι; Έχει κανένα νόημα ή απλώς ορίζει τον φορολογούμενο πολίτη/υπήκοο ενός γραφειοκρατικού, κοινοβουλευτικού και στην ουσία πλουτοκρατικού εθνοκράτους από τα εκατόν πενήντα περίπου που υπάρχουν στον πλανήτη και τα οποία νομίζουν ότι ορίζουν όλη την επιφάνειά του με τις στρατιές των ενστόλων και μη υπαλλήλους τους;
Όποιος δεν συνειδητοποιεί έστω και στο ελάχιστο την απροσμέτρητα φωτοβόλα έννοια της λέξης Έλληνας ας κλείσει αμέσως τούτο το βιβλίο. Δεν τον αφορά. Μπορεί να συνεχίσει ανενόχλητος το ψηλάφισμά του στο σκοτάδι. Ακόμη κι αν του συμβαίνει να είναι ελληνόφωνος.
Διότι η απλή χρήση της ελληνικής γλώσσας δεν αρκεί προκειμένου να προσδόσει σε κάποιον την ιδιότητα του Έλληνα. Υπήρξαν και υπάρχουν ελληνότατοι Έλληνες που οι συγκυρίες δεν τους επέτρεψαν ποτέ να μάθουν να μιλούν ελληνικά. Όπως υπάρχουν και πάμπολλοι ελληνόφωνες οι οποίοι καμία συνειδησιακή σχέση δεν διατηρούν με την Ελλάδα.
Για να είναι κάποιος Έλληνας δεν αρκεί απλά να γεννηθεί στην Ελλάδα από Έλληνες γονείς. Κατά την αρχαιότητα υπήρξαν μεγάλες μορφές του ελληνικού πνεύματος οι οποίες ούτε γεννήθηκαν στην Ελλάδα ούτε συνέβη να έχουν Έλληνες γονείς. Παράδειγμα ο Αίσωπος, ο οποίος ήταν από την Φρυγία ή ο ποιητής Αλκμάν που γεννήθηκε Ληδός και τιμήθηκε όσο λίγοι στην Λακεδαίμονα.
Η γέννηση λοιπόν από μόνη της δεν αρκεί προκειμένου να προσδόσει σε κάποιον ή κάποιαν την ιδιότητα του Έλληνα.
Ούτε η καλή ή κακή χρήση της ελληνικής γλώσσας. Ο Γεώργιος Σχολάριος γνώριζε άριστα ελληνικά αλλά διατυμπάνιζε μετά μανίας ότι δεν είναι Έλληνας. Δίδαξε μάλιστα ελληνικά στον Τούρκο σουλτάνο Μωάμεθ τον Β’ κι εκείνος τον αντάμειψε πλουσιοπάροχα γι’ αυτές και τις άλλες υπηρεσίες του.
Από την άλλη μεριά, σε όλους τους αγώνες των Ελλήνων για ελευθερία έχυσαν άφθονο το αίμα τους πολλοί άνθρωποι οι οποίοι δεν γνώριζαν ελληνικά αλλά καλλιεργούσαν μέσα στην ψυχή τους μια καθαρότατη ελληνική συνείδηση.
Ούτε η μόνιμη διαβίωση εντός των γεωγραφικών ορίων της Ελλάδας προσδίδει την ιδιότητα του Έλληνα.
Αναρίθμητοι αλλοεθνείς γεννήθηκαν, έζησαν και πέθαναν στην Ελλάδα. Ποτέ τους δεν ένιωσαν Έλληνες. Ήσαν Τούρκοι, Βούλγαροι, Αλβανοί, Σαρακηνοί, Αθίγγανοι, Γότθοι, Εβραίοι, κ.α. Τυπικό παράδειγμα ο σύγχρονος εθνικός ήρωας της Τουρκίας, ο Κεμάλ Ατατούρκ, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη.
Όλοι αυτοί έζησαν και πέθαναν με αλλοεθνή συνείδηση κι ας μην έφυγαν, αρκετοί από αυτούς, ποτέ τους από την Ελλάδα. 
Από την άλλη αναρίθμητοι Έλληνες γεννήθηκαν από αλλοδαπούς γονείς στην αλλοδαπή, ενδεχομένως δεν έμαθαν ποτέ τους να μιλούν ελληνικά κι ακόμη δεν τους συνέβη να ζήσουν ούτε μια ώρα στην Ελλάδα. Κι όμως ήσαν και είναι Έλληνες.


Τι είναι λοιπόν αυτό που προσδίδει την ιδιότητα του Έλληνα;

Οι σχετικές νομοθεσίες των δυο τελευταίων αιώνων ακολουθώντας την λογική των γραφειοκρατικών διατάξεων απέτυχαν παταγωδώς όταν κλήθηκαν να διατυπώσουν τον ορισμό του Έλληνα.
Θεώρησαν ως προϋπόθεση την καταγωγή. Απέτυχαν.
Θεώρησαν ως προϋπόθεση τον τόπο διαμονής. Απέτυχαν επίσης.
Θεώρησαν ακόμη ως προϋπόθεση την γνώση της ελληνικής γλώσσας. Απέτυχαν παρομοίως.
Θεώρησαν τέλος ως προϋπόθεση – και κατά τρόπο ασυγχώρητα ανιστόρητο – το ορθόδοξο χριστιανικό θρήσκευμα. Απέτυχαν παταγωδώς και συνάμα εγκλημάτησαν αποπέμποντας εκτός Ελλάδος πολυάριθμους ελληνότατους Έλληνες επειδή συνέβη οι πρόγονοί τους να υιοθετήσουν βίαια ή θεληματικά τη μια ή την άλλη θρησκεία. 
Με δυο λόγια: το όλο γραφειοκρατικό οικοδόμημα του προσδιορισμού της ελληνικής ιθαγένειας, όπως διατυπώθηκε κατά τους τελευταίους δυο αιώνες από το νεοελληνικό κράτος είναι αποτυχημένο, επειδή βασίστηκε σε κριτήρια – καταγωγή, γλώσσα, διαμονή, θρήσκευμα – τα οποία είναι ανίκανα να προσδιορίσουν την ιδιότητα του Έλληνα.
Μα τι ορίζει επιτέλους τον Έλληνα;
Μία είναι η απάντηση και την δίνει στον Πανηγυρικό του ο Ισοκράτης:
ΚΑΙ ΜΑΛΛΟΝ ΕΛΛΗΝΑΣ ΚΑΛΕΙΣΘΑΙ
ΤΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΗΜΕΤΕΡΑΣ
Η ΤΟΥΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΜΕΤΕΧΟΝΤΑΣ

Με δυο λόγια:
Έλληνας είναι όποιος μετέχει της Ελληνικής Παιδείας!
Δεν υπάρχει άλλος ορισμός.
Και προσέξτε καλά το ρήμα «μετέχω».
Δεν σημαίνει μόνον «συμμετέχω». Σημαίνει επίσης «άπτομαι κάποιου πράγματος», «αποτελώ μέρος κάποιου πράγματος», κι επάνω απ’ όλα «ενέχω κάτι μέσα μου».
Μάλιστα από τον παθητικό τύπο του ρήματος «ενέχομαι» προκύπτει και η λέξη «ενοχή». Και «ένοχος» είναι ο υπεύθυνος κάποιας πράξης.
Εάν λοιπόν μετέχω της Ελληνικής Παιδείας, αυτό δεν σημαίνει απλά και μόνον ότι την γνωρίζω – κανένας άνθρωπος δεν είναι σε θέση να γνωρίζει όλη την Ελληνική Παιδεία εφόσον οι αντικειμενικές διαστάσεις της υπερβαίνουν κατά πολύ τις δυνατότητες ενός και μόνον ανθρώπου σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Όποιος «μετέχει» της Ελληνικής Παιδείας την γνωρίζει ως ένα μικρό ή μεγάλο βαθμό. Αλλά δεν αρκεί η γνώση, η οποία παραμένει πάντοτε ατελής. Όποιος «μετέχει» συνάμα «άπτεται» της Ελληνικής Παιδείας, δηλαδή την αγγίζει και τον αγγίζει, βρίσκεται σε διαρκή επαφή μαζί της, κατά τρόπο, επιτρέψτε μου να πω, ερωτικό.
Διότι όταν «άπτομαι» της ερωμένης μου, τότε τα πράγματα δεν είναι απλά τρισδιάστατα ως προς τον χώρο ή μονοδρομικά ως προς τον χρόνο. Είναι πολυδιάστατα, αμφιδρομικά και εν τέλει δυναμικά, δηλαδή δημιουργικά.
«Άπτομαι» της ερωμένης μου σημαίνει ότι την αγγίζω, με αγγίζει, ότι είμαι κολλημένος επάνω της, ότι είναι κολλημένη επάνω μου, ότι της χαρίζω ηδονή, ότι μου χαρίζει ηδονή, ότι υπερβαίνουμε μαζί κάθε γραμμική έννοια του χρόνου, ότι την θέλω, ότι με θέλει, κι ότι από αυτή μας την εκστατική προσέγγιση ανοίγουν ορθάνοιχτες οι προϋποθέσεις για την δημιουργία μιας νέας ζωής, χώρια τα όσα άλλα εξαίρετα πράγματα μας εμπνέει να δημιουργήσουμε μαζί το υπέρτατο ερωτικό συναίσθημα.
«Άπτομαι» λοιπόν της Ελληνικής Παιδείας δεν σημαίνει ότι την γνωρίζω μόνον. Βεβαίως εν μέρει την γνωρίζω αλλά επάνω απ’ όλα σημαίνει ότι είμαι ερωτευμένος και βρίσκομαι σε επαφή μαζί της. Με όλες τις δυναμικές προεκτάσεις του έρωτα.
Για τούτο και η επόμενη σημασία του ρήματος «μετέχω» είναι ακόμη πιο σαφής: «αποτελώ μέρος κάποιου πράγματος»!..
Μετέχω δηλαδή της Ελληνικής Παιδείας σημαίνει επίσης ότι έχω αποδεχθεί να είμαι μέρος της, τμήμα της, και μάλιστα όχι άψυχο εξάρτημα αλλά δυναμικό μέλος, ένα ακόμη υπερδραστήριο κομμάτι της.
Και πως διασφαλίζεται αυτή η δραστηριότητα του μέλους της Ελληνικής Παιδείας; Από που αντλεί την απαιτούμενη ενέργεια;

Η τελευταία και ανώτερη σημασία του ρήματος «μετέχω» τα λέει όλα: «ενέχω κάτι μέσα μου», όπως ακριβώς η μήτρα των γυναικών ενέχει, κατά το πέρας της ερωτικής πράξης, το αντρικό σπέρμα. Διότι όταν ενέχει μέσα της η μήτρα το σπέρμα, η προοπτική της δημιουργίας της ζωής βρίσκεται ήδη εκεί.
Και τι γεννά το ζωντανό σπέρμα και η ολοζώντανη μήτρα η οποία το «ενέχει»;
Την Ζωή φυσικά.
Εάν λοιπόν «ενέχω την Ελληνική Παιδεία» αυτό σημαίνει όχι μόνον ότι απολαμβάνω τον ερωτικό σπασμό από την επαφή μου μαζί της αλλά είμαι ήδη σε θέση να γεννήσω και πάλι Ελληνική Παιδεία!..
Με λίγα λόγια, «μετέχω της Ελληνικής Παιδείας» σημαίνει ότι γνωρίζω ως ένα μικρό ή μεγάλο βαθμό την Ελληνική Παιδεία, ότι είμαι ερωτευμένος με την Ελληνική Παιδεία, ότι βρίσκομαι σε διαρκή επαφή με την Ελληνική Παιδεία, ότι είμαι μέρος της Ελληνικής Παιδείας και ότι αναπαράγω δημιουργικά την Ελληνική Παιδεία!
Ποιος γραφειοκράτης μπορεί να διατυπώσει έναν τέτοιον ορισμό; Ποιος «εκλεγμένος νομοθέτης» μπορεί να εισηγηθεί μια παρόμοια διάταξη ικανή να συμπεριληφθεί σ’ ένα κοινοβουλευτικό σύνταγμα και τη σχετική νομοθεσία;
Κανείς.
Κι όμως αυτός είναι ο αληθινός ορισμός του Έλληνα.
Έλληνας δεν είναι όποιος γεννήθηκε από Έλληνες γονείς, ούτε όποιος μιλάει ελληνικά, ούτε όποιος γεννήθηκε στην Ελλάδα, ούτε όποιος κατοικεί στην Ελλάδα, κι ακόμη λιγότερο όποιος ενδεχομένως έχει.. κρανίο ελληνικό (!) ή φέρει στο αίμα του «ελληνικό γονίδιο» ή «ελληνικό ...DNA» (!) όπως εισηγούνται πρόσφατα διάφοροι ετερόκλητοι και εν πολλοίς ηλίθιοι φασίστες και ρατσιστές.
Αλλά:
Έλληνας είναι όποιος μετέχει της Ελληνικής Παιδείας, όποιος δηλαδή την γνωρίζει λίγο και θέλει να τη μάθει περισσότερο, όποιος είναι ερωτευμένος μαζί της, όποιος βρίσκεται σε διαρκή επαφή μαζί της, όποιος αποτελεί τμήμα της κι όποιος μπορεί εξαιτίας της στενής επαφής του μαζί της να την αναπαράγει δημιουργικά!..

2ο κείμενο

Αναλογιστήκατε ποτέ πόσο βαρύνει στους ώμους του Έλληνα ο απροσμέτρητος πλούτος της αρχαίας κληρονομιάς;
Στο κείμενο που ακολουθεί επιδιώκεται μια πρώτη προσέγγιση του τεράστιου θέματος η οποία άπτεται σίγουρα κάποιων εξαιρετικά ευαίσθητων χορδών του ψυχισμού μας.

Γεννήθηκα ‘Ελληνας. Τι σημαίνει αυτό; Έλληνας σημαίνει βέβαια πολλά, αλλά εδώ θα εξετάσουμε την έννοια από την οπτική του φυσικού αποδέκτη μιας γιγάντιας κληρονομιάς. Της σημαντικότερης πολιτισμικής κληρονομιάς της παγκόσμιας ιστορίας.
Με αυτή την έννοια εγώ ο Έλληνας και όλοι οι συμπατριώτες και συμπατριώτισσές μου, Ελληνίδες και Έλληνες, είμαστε όλοι συγκληρονόμοι του απροσμέτρητου πλούτου τον οποίο μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας.
Τι απομένει λοιπόν;
Μα τι άλλο;
Η πράξη της αποδοχής της αρχαίας κληρονομιάς – με τη νομική έννοια του όρου – και οι συνέπειές της.
Διότι εάν αποδεχθώ την κληρονομιά των προγόνων μου τότε θα πρέπει να φανώ αντάξιός της.
Δηλαδή:
Οφείλω να μοιάσω στους προγόνους μου.
Οφείλω να γίνω ήρωας και ημίθεος όπως εκείνοι.
Οφείλω να γίνω μέγας εραστής της πατρίδας μου.
Οφείλω να τιμώ τον Έρωτα.
Οφείλω να θεωρώ κάθε αντιληπτή εκδήλωση της Μητέρας Φύσης ως Θεό και Θεά.
Οφείλω να τιμώ τους Αθάνατους Έλληνες Θεούς.
Οφείλω να ασχολούμαι διαρκώς με τα κοινά.
Οφείλω να διδαχθώ από τον πλούτο της ελληνικής φιλοσοφίας και να επιλέξω ποια από τις πολυποίκιλες εκφράσεις της με ικανοποιεί περισσότερο, ποιες από αυτές μπορώ να συνδυάσω καλύτερα και πως μπορώ να διαμορφώσω και να εισηγηθώ τη νέα δική μου φιλοσοφία και να την εφαρμόσω στην πράξη.
Οφείλω να γίνω μέγας εξερευνητής του σύμπαντος κόσμου.
Οφείλω να υιοθετήσω κάθε αξία των προγόνων μου αλλά και να διδαχθώ από τα σφάλματά τους.
Οφείλω να γνωρίζω ότι ο Χρυσούς Αιώνας υπήρξε ανθρώπινο επίτευγμα και στο χέρι μου είναι να τον ξανακάνω πραγματικότητα.
Οφείλω να διδάξω τους νέους την αγάπη για την Ελλάδα και την Ελληνική Παιδεία.
Οφείλω να ξανακάνω την Ελλάδα αυτό που ήταν κατά την εποχή της δόξας των προγόνων μου: το Φως της Οικουμένης!..

Έλληνας είναι όποιος μετέχει της Ελληνικής Παιδείας.
Και τι σημαίνει αυτό;
Σημαίνει ότι αγαπώ αυτό τον τόπο.
Σημαίνει ότι υπερασπίζομαι αυτόν τον τόπο.
Σημαίνει ότι μελετώ με πάθος τα αρχαία συγγράμματα, τους καρπούς της νόησης των προγόνων μου. 
Σημαίνει ότι τιμώ τους Θεούς των προγόνων μου, τουλάχιστον ως ιδανικά πρότυπα ελεύθερων, ωραίων, ερωτικών και δημιουργικών Ανθρώπων.
Σημαίνει ότι σέβομαι απεριόριστα τη Μητέρα Φύση, τόσο το φυσικό περιβάλλον όσο και τη φύση του σώματός μου.
Σημαίνει ότι αγαπώ την καλλιέργεια του σώματος και του πνεύματος.
Σημαίνει ότι επιθυμώ να ζω για πάντα ελεύθερος.
Σημαίνει ότι αγαπώ, σέβομαι και υπερασπίζομαι τη ζωή.
Σημαίνει ότι αγαπώ χωρίς διακρίσεις όλους τους άλλους λαούς τους κόσμου και – εάν το επιθυμούν – τους διαφωτίζω με τις γνώσεις μου, και – εάν διαθέτουν αξιόλογα πράγματα – τα υιοθετώ.
Σημαίνει ότι αναγνωρίζω τον Έρωτα ως υπέρτατο δημιουργικό Θεό και συμπεριφέρομαι ερωτικά προς τους πάντες και τα πάντα.
Σημαίνει ότι χρησιμοποιώ τη Λογική ως εργαλείο επεξεργασίας κάθε γνώσης και κάθε πληροφορίας με πλήρη ωστόσο συνείδηση της σχετικότητας της.
Σημαίνει ότι επιδιώκω δια της Φιλοσοφίας τη γνώση του Σύμπαντος Κόσμου, τη γνώση του Εαυτού μου, τη γνώση της κοινωνίας και υιοθετώ αρχές που ταιριάζουν στη Φύση μου και εξυπηρετούν τη συνέχιση της Ζωής.
Σημαίνει ότι ασχολούμαι περισσότερο με τις κοινές παρά με τις ιδιωτικές υποθέσεις.
Σημαίνει ότι θεωρώ τη Δημοκρατία ως το ιδανικότερο σύστημα συμβίωσης πολιτισμένων ελεύθερων ανθρώπων.
Σημαίνει ότι αγαπώ τις καλές τέχνες και προσπαθώ να είμαι καλλιτέχνης στον καθημερινό μου βίο. Διότι η τέχνη κρύβει τα κλειδιά της Επικοινωνίας με τον κόσμο πέρα από τα όρια της Λογικής.

Γεννήθηκα Έλληνας. Είμαι από τη φύση και την παιδεία μου ελεύθερος. Δεν θέλω να είμαι δούλος κανενός. Ούτε του Θεού. Δεν είναι Θεός όποιος με θέλει δούλο του.
Εγώ σαν Έλληνας μπορώ, εάν θέλω, να μην πιστεύω σε κανέναν Θεό. Τόσο η Φύση όσο και η Παιδεία μου το επιτρέπουν. 
Μπορώ ακόμη, με τον καλλιεργημένο νου και το ευαίσθητο συναίσθημά μου να αποδεχθώ την ύπαρξη των θεών. Των Αθάνατων Ελλήνων Θεών.
Αλλά δεν είμαι δούλος τους. Ούτε αυτοί είναι αφέντες μου. Οι Έλληνες Θεοί είναι φίλοι και συμπαραστάτες μου.
Διότι η αρχαία παράδοση μας διδάσκει ότι τούτη είναι η κολακευτικότερη προσφώνηση προς έναν Έλληνα Θεό: «Φίλε!»
«Φίλε Ζευ», «Φίλη Αθηνά», «Φίλε Απόλλω», «Φίλη Αφροδίτη!..»
Για μένα, λοιπόν, τον Έλληνα άνθρωπο, οι Θεοί και οι Θεές είναι οι φίλοι και οι φίλες μου.
Είναι Θεοί στην πλειοψηφία τους ορατοί και άμεσα αντιληπτοί.
Είναι οι φυσικές δυνάμεις του Σύμπαντος Κόσμου. Του Έξω κόσμου και του Έσω κόσμου. Του ορατού και του αόρατου.
Είναι ακόμη η τάξη του Σύμπαντος Κόσμου γεννημένη μέσα από τους ίδιους τους νόμους της Φύσης και του πρωταρχικού Χάους. Διότι εκεί κατατείνουν σήμερα όλες οι μαθηματικές θεωρίες περί Χάους. Από την ίδια του τη Φύση το Χάος, και ενώ τείνει διαρκώς προς την αταξία, παράγει τελικά την τάξη του Σύμπαντος Κόσμου.
Θεματοφύλακες της τάξης του Σύμπαντος Κόσμου είναι οι Θεοί των Ελλήνων. Τη δράση τους την ιστορεί η Ελληνική Μυθολογία. Η υπέρτατη συνάθροιση αιώνιων αληθειών.
Βρείτε μου έναν Ελληνικό Μύθο χωρίς νόημα.
Δείξτε μου έναν Ελληνικό Μύθο χωρίς αλήθεια.
Αναφέρτε μου έναν Ελληνικό Μύθο χωρίς ουσία.

Ο Μύθος λέει την Αλήθεια.
Και μάλιστα την λέει τρυφερά, απαλά, χαριτωμένα, ηδονικά, διότι ο μυθοπλάστης αγαπάει τον συνάνθρωπό του και του μιλάει για τους φίλους του, τους Θεούς και τις Θεές και τις ιδιότητές τους.
Φυσικές δυνάμεις, λοιπόν, είναι οι Έλληνες Θεοί; Όχι μόνον. Είναι και επιστημονικές αλήθειες. Κι επάνω απ’ όλα είναι φυσικές συνθήκες, χάρη στις οποίες υπήρχε, υπάρχει και θα θα υπάρχει πάντοτε ο Κόσμος.
Ο Κόσμος τον οποίο κανένας δεν τον έφτιαξε ποτέ, αλλά πάντοτε υπήρχε, πάντοτε υπάρχει και πάντοτε θα υπάρχει, όπως μα δίδαξε ο σοφότατος πρόγονός μας, ο Ηράκλειτος:

ΚΟΣΜΟΝ ΤΟΝΔΕ ΤΟΝ ΑΥΤΟΝ ΑΠΑΝΤΩΝ
ΟΥΤΕ ΤΙΣ ΘΕΩΝ ΟΥΤΕ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΕΠΟΙΗΣΕΝ
ΑΛΛ ΗΝ ΑΕΙ ΚΑΙ ΕΣΤΙΝ ΚΑΙ ΕΣΤΑΙ ΠΥΡ ΑΕΙΖΩΟΝ
ΑΠΤΟΜΕΝΟΝ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΒΕΝΝΥΜΕΝΟΝ ΜΕΤΡΑ

Τούτο τον κόσμο, τον ίδιο για όλους,
ούτε κανείς θεός ούτε άνθρωπος έπλασε
αλλά ήταν, είναι και θα είναι πυρ ζωντανό αιώνιο
που με μέτρο ανάβει και με μέτρο σβήνει.


Ωραία όλα αυτά. Αλλά η ζωή; Η καθημερινή ζωή; Η κοινή μικρή και ασήμαντη – όπως νομίζουν αρκετοί – ζωούλα μας; Τι γίνεται μ’ αυτήν; Ποιος τελικά είναι ο ρόλος των Ελλήνων Θεών στην καθημερινή μας ζωή;
Αρκεί λιγάκι να ξεπλύνουμε τη θολούρα από το βλέμμα και…
Ιδού η Θεά Εστία που φροντίζει το σπιτικό μας.
Ιδού η Θεά Ήρα που φροντίζει την οικογένειά μας.
Ιδού η Θεά Αφροδίτη που ομορφαίνει και αναπαράγει τη ζωή μας.
Ιδού ο Θεός Ερμής, που αποκαλύπτει τις αλήθειες, που συμβάλλει ως Κερδώος στην επιβίωση, που διδάσκει ως Μέγιστος Αγγελιαφόρος ότι μια είναι η ουσία του πλούτου: η πληροφορία.
Και ιδού ο ικανός τεχνίτης, ο Θεός Ήφαιστος, που κάνει πιο άνετη τη ζωή μας.
Και ιδού ο μεγάλος πολεμιστής, ο Θεός Άρης, που υπερασπίζεται τα κεκτημένα μας.
Και ιδού ο Θεός Ζευς που γονιμοποιεί ως Όμβριος τους κόλπους της Μητέρας Γης.
Και ιδού η Θεά Δήμητρα, που τίκτει άφθονους τους βρώσιμους καρπούς, συνθήκη αναγκαία και καθημερινή για την δική μας επιβίωση.
Και ιδού η πάνσοφη νικηφόρα στρατηγός, η Θεά Αθηνά, που καλύπτει υπό την αιγίδα Της, την καλλιέργεια της γνώσης.
Και ιδού οι Μούσες που αναπτύσσουν τις τέχνες και τις επιστήμες.
Και ιδού ο Διόνυσος, ο Διγενής, που μας διδάσκει την ευφορία του οίνου, την μέθεξη του θεάτρου και το μυστικό της μακροβιότητας με την διπλή του γέννηση.
Και ιδού ο Μέγας Παν…
Και ιδού και ιδού και ιδού…

Αρκεί και μόνον να στοχαστούμε του Αθάνατους φίλους μας κι αμέσως ομορφαίνει η ζωή μας. Αποκτά και πάλι ό,τι της ανήκει. Νόημα και ουσία. Αρκεί και μόνο να αφηγηθούμε ένα μύθο ελληνικό και ιδού αναπαύεται η ψυχή μας.
Και τι είναι η ψυχή μας;
Αναμφίβολα η απόγονος της Θεάς Ψυχής η οποία πέρασε τα μύρια βάσανα για χάρη της λατρείας του Έρωτα, ώσπου τον ξαναβρήκε, σμίξανε και ως αθάνατο ζευγάρι πλέον επάνω στον Όλυμπο γέννησαν μια θυγατέρα: την Ηδονή.
Η ψυχή λοιπόν είναι η μητέρα της Ηδονής.
Της ηδονής της συνεύρεσης, της ηδονής της βρώσης και της πόσης, της ηδονής της γνώσης, της ηδονής της παιδείας και της παιδειάς, της ηδονής της καλής παρέας, της ηδονής της ύπαρξης, της ηδονής του ανοιξιάτικου πρωινού, του παιδικού χαμόγελου, του γλυκού ψωμιού, του οίνου του ευωδιαστού, του ανθισμένου δέντρου...

Είναι Θεός το δέντρο. Κατάπληκτος το παρατηρώ το μέγα θαύμα του σπόρου. Χώνεται στα σπλάχνα της Μάνας Γης, υγραίνεται, θερμαίνεται στην αγκαλιά της, κι έπειτα ιδού βλασταίνει!..
Μέρα με τη μέρα, νύχτα με τη νύχτα, υψώνεται προς τον Ήλιο. Απλώνει φύλλα και κλαδιά, δένει καρπούς, γιγαντώνεται, όμοιο με τα άλλα, διαφορετικό από κάθε άλλο.
Διότι ο σπόρος ο μικρούλης «ξέρει» κάθε φορά τι δέντρο να βλαστήσει και τι καρπούς να αποδώσει. Για χάρη του Έρωτα και της Ψυχής βγάζει άνθη και καρπούς. Και η Θεά Ηδονή τρυφερά τον οδηγεί να γίνει δέντρο, να θρέψει ζουμερούς καρπούς, να καλέσει ηδονικά το ζώο, το έντομο, το πτηνό, να τρυγήσουν τους καρπούς, να μεταφέρουν τη γύρη, να γίνει η συνεύρεση με το άλλο δέντρο, να γεννηθούν κι άλλα φυτά, κι άλλα δέντρα, δάση ολόκληρα...
Αυτό είναι θαύμα και αυτό είναι ο Θεός. Το δέντρο είναι ο φίλος μας ο Θεός. Και κάθε δέντρο το φρουρεί μια πεντάμορφη Θεά Δρυάδα!..
Αυτό είναι με λίγα λόγια το απόσταγμα της Ελληνικής Σοφίας. Κι από δω εκπορεύεται ο απροσμέτρητος πλούτος της Αρχαίας Ελληνικής Κληρονομιάς.
Απέναντί του στέκομαι εγώ ο ταλαίπωρος άνθρωπος του τέλους της εποχής του Σκότους.
Τι να κάνω;
Να σβήσω ένα ακόμη λυχνάρι εξανθρωπισμού και να συμβάλλω στη διαιώνιση του σκοτεινού θριάμβου;
Ή σαν το δέντρο να στραφώ προς τον Ζωοδότη Ήλιο, να βγάλω ρίζες, να απλώσω φύλλα, να δέσω κλαριά, να αποδώσω καρπούς και ηδονικά να σμίξω με τα άλλα δέντρα για να υφάνουμε όλα μαζί το νέο καταπράσινο ευωδιαστό μανδύα της Μάνας Γης:

Γεννήθηκα Έλληνας.
Η κληρονομιά των προγόνων μου δεν χάθηκε.
Υπάρχει.
Η επιλογή είναι δική μου.
Ή αποκηρύσσω την κληρονομιά μου και παραμένω τουρκοραγιάς/φραγγοραγιάς Ρωμιός ή την αποδέχομαι και ξαναγίνομαι Έλληνας με όλη τη σημασία της λέξης.
Η πράξη αποδοχής της Αρχαίας Ελληνικής Κληρονομιάς με περιμένει!..
Επιστροφή στα περιεχόμενα