ΑΛΚΙΦΡΩΝ ΕΠΙΣΤΟΛΑI


<Φρύνη Πραξιτέλει.>

... μή δείσης: εξείργασαι γάρ πάγκαλόν τι χρήμα, οίον ήδη τίς σοι τών πώποτε .......... ουδείς τών κατά χειρών πονηθέντων, τήν σεαυτού εταίραν ιδρύσας εν τεμένει. μέση γάρ έστηκα [επί] τής <σής> 'Αφροδίτης καί τού ''Ερωτος άμα τού σού. μή φθονήσης δέ μοι τής τιμής: οι γάρ ημάς θεασάμενοι επαινούσι Πραξιτέλη, καί ότι τής σής τέχνης γέγονα ουκ αδοξούσί με 
Θεσπιείς μέσην κείσθαι θεών. έν έτι τή δωρεά λείπει, ελθείν σε πρός ημάς, ίνα εν τώ τεμένει μετ' αλλήλων κατακλινώμεν. ου μιανούμεν γάρ τούς θεούς ούς αυτοί πεποιήκαμεν. έρρωσο. 

Βακχίς `Υπερ<ε>ίδη.

Πάσαί σοι ίσμεν αι εταίραι χάριν καί εκάστη γε ημών ουχ ήττον ή Φρύνη. ο μέν γάρ αγών μόνης Φρύνης, όν ο παμπόνηρος Ευθίας επανείλετο, ο δέ κίνδυνος απασών. ει γάρ αιτούσαι παρά τών εραστών αργύριον ου τυγχάνομεν ή τοίς διδούσιν [αι] τυγχάνουσαι ασεβείας κριθησόμεθα, πεπαύσθαι κρείττον ημίν τού βίου τούτου καί μηκέτι έχειν πράγματα μηδέ τοίς ομιλούσι παρέχειν. νύν δ' ουκέτι τό εταιρείν αιτιασόμεθα ότι πονηρός Ευθίας εραστής ευρέθη, αλλ' ότι επιεικής  Υπερ<ε>ίδης ζηλώσομεν. πολλά τοίνυν <κ>αγαθά γένοιτό σοι τής φιλανθρωπίας. καί γάρ εταίραν χρηστήν σεαυτώ περιεσώσω, καί ημάς αμειψομένας σε αντ' εκείνης παρεσκεύασας. ει δέ δή καί τόν λόγον γράψαις τόν υπέρ τής Φρύνης, τότε άν ως αληθώς χρυσούν αι εταίραί <σε> στήσαιμεν όπη ποτέ βούλει τής `Ελλάδος. 

Βακχίς Φρύνη.

Ου τοσούτόν σοι τού κινδύνου συνηχθέσθην, φιλτάτη, όσον ότι πονηρού μέν απηλλάγης εραστού χρηστόν δέ εύρες [`Υπερίδην], συνήσθην. τήν γάρ δίκην σοι καί πρός ευτυχίαν γεγονέναι νομίζω. διαβόητον γάρ σε ουκ εν ταίς 'Αθήναις μόνον, αλλά καί εν τή `Ελλάδι απάση ο αγών εκείνος πεποίηκεν. Ευθίας μέν ούν ικανήν τιμωρίαν δώσει τής σής ομιλίας στερούμενος: υπό γάρ οργής μοι δοκεί κινηθείς διά τήν έμφυτον αμαθίαν υπεράραι τό μέτρον τής ερωτικής ζηλοτυπίας. 
καί νύν εκείνον ερώντα μάλλον εύ ίσθι ή `Υπερ<ε>ίδην. ο μέν γάρ διά τήν τής συνηγορίας χάριν δήλός εστι σπουδάζεσθαι βουλόμενος καί ερώμενον εαυτόν ποιών, ο δέ τώ αποτεύγματι τής δίκης παρώξυνται. προσδέχου δή πάλιν απ' αυτού δεήσεις καί λιτανείας καί πολύ χρυσίον. μή δή καταδιαιτήσης ημών, ώ φιλτάτη, τών εταιρών, μηδ' `Υπερ<ε>ίδην κακώς δόξαι βεβουλεύσθαι ποιήσης τάς Ευθίου ικεσίας προσιεμένη, μηδέ τοίς λέγουσί σοι ότι, ει μή τόν χιτωνίσκον περιρρηξαμένη τά μαστάρια τοίς δικασταίς επέδειξας, ουδέν <άν> ο ρήτωρ ωφέλει, πείθου. καί γάρ αυτό τούτο ίνα εν καιρώ γένηταί σοι η εκείνου παρέσχε συνηγορία.
Επιστροφή στα περιεχόμενα