ΗΣΙΟΔΟΣ - ΘΕΟΓΟΝΙΑ


Κι εκεί κρατήθηκε στον τόπο των Αρίμων, κάτω απ’ τη γη η ολέθρια Έχιδνα, η αθάνατη νύμφη που δεν γερνά ποτέ. Λένε ότι ο φοβερός, ο ανόσιος και ο άνομος Τυφώνας έσμιξε ερωτικά μ’ αυτήν την παιχνιδομάτα κόρη κι αυτή αφού έμεινε έγκυος, γέννησε σκληρόκαρδους γυιούς. Γέννησε πρώτο τον Όρθρο, τον σκύλο του Γηρυόνη. Δεύτερο γέννησε τον ακαταμάχητο, τον ακατανόμαστο, τον σαρκοβόρο Κέρβερο, τον σκύλο του Άδη τον χαλκόφωνο, με τα πενήντα κεφάλια, ανήλεο και κρατερό. Τρίτη γέννησε την Λερναία Ύδρα που ο νους της ήταν πάντα στο κακό, την οποία ανάθρεψε η λευκοχέρα Ήρα με ασίγαστη οργή για τον ισχυρό Ηρακλή. Αυτήν όμως τη θανάτωσε με το αλύπητο χάλκινο σπαθί του ο γυιός του Δία, απ’ τη γενιά του Αμφιτρύωνα, ο Ηρακλής μαζί με τον πολεμοχαρή Ιόλαο και τη συμπαράσταση της Αθηνάς που δίνει τα λάφυρα. Κι ακόμη γέννησε τη φοβερή, την τεράστια Χίμαιρα, τη γοργοπόδαρη και δυνατή, που αναπνέει ακατάσχετη φωτιά. Είχε τρία κεφάλια, το ένα λιονταριού, με τη λαμπερή ματιά, το άλλο γίδας και το άλλο φιδιού, δράκοντα τρομερού. (Μπροστά το λιοντάρι, πίσω το φίδι και στη μέση η γίδα απέπνεαν φλογερή φωτιά). Αυτήν τη σκότωσε ο Πήγασος και ο ανδρείος Βελλερεφόντης. Επίσης σμίγοντας με τον Όρθρο γέν- νησε την ολέθρια Φίκα (Σφίγγα), την καταστροφή για τον λαό του Κάδμου, και τον Λέοντα της Νεμέας που ανάθρεψε η Ήρα, η τιμημένη ομοκρέβατη του Δία και τον φώλιασε στους λόφους της Νεμέας, για τους ανθρώπους συμφορά. Εκεί έμενε και κατέστρεφε τους ανθρώπους κυριαρχώντας στον Τρητό και στον Απέσαντα. Αλλά κι αυτόν τον νίκησε η ισχύς του Ηρακλή. Και τέλος η Κητώ σμίγοντας ερωτικά με τον νεότατο Φόρκυ, γέννησε ένα τρομερό φίδι, που στα σκοτεινά βάθη της γης, στην άκρη του κόσμου, φυλάει τα ολόχρυσα μήλα. Αυτή λοιπόν είναι η γενιά της Κητούς και του Φόρκυ. Και η Τηθύς γέννησε στον Ωκεανό τους στροβιλι- στούς ποταμούς, τον Νείλο, τον Αλφειό, τον βαθυστρόβιλο Ηριδανό, τον Στρυμόνα, τον Μαίανδρο, τον ομορφορρέματο Ίστρο, τον Φάση, τον Ρήσο, τον Αχελώο με τις ασημένιες δίνες, τον Νέσσο, τον Ρόδιο, τον Αλιάκμονα, τον Επτάπορο, τον Γρανικό, τον Αίσηπο, τον θεϊκό Σιμόεντα, τον Πηνειό, τον Έρμο, τον ομορφόροο Κάϊκο, τον μέγα Σαγγάριο, τον Λάδωνα, τον Παρθένιο, τον Εύηνο, τον Άρδησκο και τον θεϊκό Σκάμανδρο. Και γεννά την ιερή γενιά των θυγατέρων του, που απ’ τον Δία τους Έλαχε το έργο ν’ αναθρέψουν τους νέους με τη βοήθεια του άρχοντα Απόλλωνα και των Ποταμών, την Πειθώ, την Αδμήτη, την Ιάνθη, την Ηλέκτρα, τη Δωρίδα, την Πρυμνώ, τη θεϊκή Ουρανία, την Ιππώ, την Κλυμένη, τη Ρόδεια, την Πασιθόη, την Πληξαύρη, τη Γαλαξαύρη, τη γλυκειά Διώνη, τη Μηλόβοσι, τη Θόη, την όμορφη Πολυδώρη, την Κερκηίδα με το όμορφο παράστημα, τη γλυκειά Πλουτώ, τη μεγαλομάτα Περσηίδα, την Ιάνειρα, την Ακάστη, τη Ξάνθη, την Πετραία, την ερωτική Μενεσθώ, την Ευρώπη, τη Μήτιδα, την Ευρυνόμη, την Τελεστώ με τα βαθυκίτρινα πέπλα, τη Χρυσηϊδα, την Ασία, τη λαχταριστή Καλυψώ. την Ευδώρη, την Τύχη, την Αμφιρώ, την Ωκιρόη και τη Στύγα που είναι η ανώτερη απ’ όλες. Αυτές λοιπόν γεννήθηκαν πρώτες οι θυγατέρες του Ωκεανού και της Τηθύος, αλλά υπάρχουν και πολλές άλλες. Γιατί υπάρχουν τρεις χιλιάδες ομορφοπόδαρες Ωκεανίδες που είναι σκορπισμένες στη γη και 
στα βάθη των λιμνών και φροντίζουν όλους το ίδιο, τα λαμπρά τέκνα θεαινών. Υπάρχουν κι άλλοι τόσοι ποταμοί που τρέχουν με βουητό, γυιοί του Ωκεανού που γέννησε η σεβαστή Τηθύα. Για θνητό άνθρωπο είναι δύσκολο να πει όλα τα ονόματά τους. Τα γνωρίζουν όσοι κατοικούν τριγύρω τους. Κι η Θεία αφού αναγκάστηκε, έσμιξε ερωτικά, με τον Υπερίωνα και γέννησε τον μέγα Ήλιο, τη λαμπρή Σελήνη και την Αυγή που φέρνει το φως σ’ όλους πάνω στη γη και στους αθάνατους θεούς που κατέχουν τον πλατύ Ουρανό. Ενώ η Ευρυβία, η σεβαστή θεά, σμίγοντας ερωτικά με τον Κρίο, γέννησε τον Αστραίο, τον Πάλλαντα, και τον Πέρση που ξεπερνά όλους σε γνώση.
Επιστροφή στα περιεχόμενα   -  |  -   Συνέχεια