ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ

Ο Ναός

Γενική άποψη του Ναού του Απόλλωνα Ζωστήρα


Το έτος 1924, τα παιδιά του ορφανοτροφείου Βουλιαγμένης, σκάβοντας στην παραλία κοντά σε κάποια φαινομενικά ασήμαντα ερείπια τοίχων, έφεραν στο φως τμήματα κιόνων, μαρμάρινα βάθρα και τμήμα επιγραφής, που ονόμαζε το Ιερό του Απόλλωνος του Ζωστήρος. Η διεύθυνση της ανασκαφής ανατέθηκε στον αρχαιολόγο Κ. Κουρουνιώτη με βοηθό του τον Μ. Πιττίδη, οι οποίοι στα 1926 - 1927 έφεραν στο φως, μέσα από στρώματα θαλάσσιας άμμου που το κάλυπταν, το σημαντικό για όλη την Αττική ιερό του αρχαίου δήμου των Αιξωνιδών Αλών. Έτσι επαληθεύτηκαν ο Παυσανίας και ο Στέφανος Βυζάντιος και ταυτίστηκε η θέση με την περιγραφόμενη από τον Στράβωνα μακρά άκρα της Αττικής: "ΜΑΚΡΑ ΑΚΡΑ ΠΡΩΤΗ ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΑΙΞΩΝΕΑΣ, ΖΩΣΤΗΡ"
Πρόκειται για έναν απλό πώρινο ναό με ορθογώνιο σηκό, συνολικών διαστάσεων 10,80x6,00 μ., με είσοδο προς τα ανατολικά και περίσταση από μεμονωμένους κίονες. Η κατασκευή του ναού χρονολογείται στα τέλη του 6ου π.α.χ.χ., ενώ η περίσταση προστέθηκε αργότερα. Ο χαρακτηριστικός τρόπος δόμησης του 6ου και του 5ου π.α.χ.χ, δηλαδή το πολυγωνικό σύστημα, φαίνεται ακόμα στο κάτω τμήμα του βόρειου τοίχου του σηκού, ενώ οι υπόλοιποι τοίχοι, όπως σώζονται σήμερα, προέρχονται από μεταγενέστερες επισκευές του ναού, κατά τις οποίες χρησιμοποιήθηκαν εν αφθονία τα δομικά υλικά της παλαιότερης οικοδομής. Η είσοδος του ναού στα ανατολικά σώζει τις παραστάδες και το κατώφλι, το οποίο φέρει τα ίχνη δίφυλλης, πιθανότατα ξύλινης, πόρτας. Το δάπεδο του ναού, το οποίο ανήκει στην αρχική φάση κατασκευής του κτιρίου, είναι στρωμένο με μεγάλες ορθογώνιες πλάκες τιτανόλιθου, άριστα προσαρμοσμένες μεταξύ τους με μια εξαιρετικά επιμελημένη εργασία. Δυστυχώς όμως αυτό δεν είναι ορατό σήμερα εξαιτίας του μόνιμου προβλήματος εισροής θαλάσσιων υδάτων εντός του ναού, το επίπεδο του οποίου βρίσκεται χαμηλότερα από τη θάλασσα.
Ο εγκάρσιος τοίχος, που σήμερα χωρίζει τον σηκό σε απόσταση 6,5 μ. από την είσοδο του ναού, είναι κατασκευασμένος από μικρές πέτρες και διακόπτεται σε απόσταση 1,25 μ. από το νότιο τοίχο του, αφήνοντας τον αναγκαίο χώρο για την πόρτα. Ένα υπόλειμμα παραστάδας πάνω στον νότιο τοίχο του ναού επιβεβαιώνει την ύπαρξη της πόρτας. Ο εντοιχισμένος στον εγκάρσιο τοίχο κίονας, ο οποίος προέρχεται από την περίσταση του ναού, μας βεβαιώνει ότι ο τοίχος κατασκευάστηκε μετά την καταστροφή της περίστασης. Όσο για το αν υπήρχε και αρχικά ένας εγκάρσιος τοίχος, που θα δημιουργούσε ένα άδυτο, όπως λεγόταν το πίσω προφυλαγμένο δωμάτιο, όπου φυλάσσονταν συνήθως τα χρήματα του ναού, είναι ένα ερώτημα, το οποίο δυστυχώς δεν μπορεί να απαντηθεί με απόλυτη βεβαιότητα. Η θέση των τριών βάθρων, στο 

Η κάτοψη του Ναού του Απόλλωνα Ζωστήρα και ο βωμός στα ανατολικά της εισόδου του

μέσο της αίθουσας και λίγο πιο κοντά στην είσοδο, προϋποθέτει την ύπαρξη αυτού του τοίχου. Ενδεχόμενο επιχείρημα, ότι δεν βρέθηκαν ίχνη θεμελίωσης εγκάρσιου τοίχου, καταρρίπτεται από το γεγονός ότι το δάπεδο είναι τόσο στέρεο, ώστε κάλλιστα θα μπορούσε να στηρίξει ένα μικρό τοίχο χωρίς θεμέλιο. Τη σοβαρότερη ένδειξη για την ύπαρξη του τοίχου αποτελεί η υπερύψωση του πίσω τμήματος της αίθουσας του σηκού, η οποία δεν μπορεί να οφείλεται σε καθίζηση του εμπρόσθιου τμήματος, αφού και οι δύο χώροι (ο σηκός και το πίσω δωμάτιο) είναι απόλυτα επίπεδοι. Τον 4ο αιώνα π.α.χ.χ. προστίθενται οι κίονες, τέσσερις στις στενές πλευρές και έξι στις μακριές, οι οποίοι είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους, δεν συνδέονται δηλαδή με στυλοβάτη, αλλά καθένας στηρίζεται σε τετράγωνη πλίνθο με λίγο πλατύτερο θεμέλιο. Η περίσταση συγκρατούσε ξύλινο πιθανότατα υπόστεγο, αναγκαίο για την προστασία των λατρευτών από τις βροχές του χειμώνα και τον καυτό ήλιο του καλοκαιριού. Μέσα στην αίθουσα του ναού σώζονται τρία μαρμάρινα βάθρα, στο κατώτερο τμήμα τους. Ήταν τα βάθρα πάνω στα οποία στηρίζονταν τα αγάλματα των Θεών που λατρεύονταν εκεί, δηλαδή της Λητούς, του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος. Επάνω σε δύο απ' αυτά σώζονται επιγραφές των αρχαϊκών χρόνων: "ΗΑΛΑΙΕΙΣ ΑΝΕΘΕΣΑΝ". Στην πρόσθια όψη της τράπεζας, που βρίσκεται μπροστά από το μεσαίο βάθρο, σώζεται η επιγραφή του Αλαιέα - ιερέα του ναού, Πολύστρατου και των συνεργατών του, η οποία μας πληροφορεί για την επισκευή που αυτοί έκαναν στο ιερό, την κόσμηση των αγαλμάτων και την επιμέλεια των θυσιών κατά τις γιορτές των Ζωστηρίων. Η μορφή των γραμμάτων χρονολογεί την επιγραφή, άρα και την επισκευή του του ναού, στον 4ο αιώνα π.α.χ.χ. Στο μαρμάρινο θρόνο, που βρίσκεται προς το νότιο τοίχο, λίγο πιο
μπροστά από τα βάθρα, καθόταν πιθανότατα ο ιερέας του ναού. Μια λίθινη ψηλή λεκάνη, που βρίσκεται έξω από την αριστερή πλευρά της εισόδου, χρησίμευε ως περιρραντήριο, όπως αποκαλούσαν στα ιερά τα μεγάλα αγγεία γεμάτα νερό. Με αυτό το νερό εξαγνίζονταν οι λατρευτές πριν να εισέλθουν στο ναό. Σε απόσταση 6,75 μ, εμπρός από το σηκό σώζεται η βάση (κρηπίδα) μεγάλου ορθογώνιου βωμού διαστάσεων 4,25x2,55. Ίσως αυτός να ήταν ο βωμός της Αθηνάς που μνημονεύει ο Παυσανίας. Βόρεια της εισόδου του ναού και σε απόσταση 2,75 μ. από την προέκταση του βόρειου τοίχου του σηκού, σώζεται ένα τετράγωνο βάθρο που αποτελείται από δύο βαθμίδες. 

Αναπαράσταση του βωμού που βρίσκεται στα ανατολικά της εισόδου του Ναού

Επάνω στη δεύτερη βαθμίδα ήταν στημένη η πλίνθος που έφερε το άγαλμα, πιθανότατα ένα αφιέρωμα στο ιερό. Η χρονική στιγμή της προσθήκης των τοίχων, οι οποίοι προεκτείνουν τις μακριές πλευρές του σηκού ανατολικά και βόρεια, είναι άγνωστη. Το πιθανότερο είναι να έγιναν οι μετατροπές αυτές κατά τους χριστιανικούς χρόνους.
Ευρήματα από το Ναό του Απόλλωνα Ζωστήρα
Οι επιγραφές που βρέθηκαν μέσα στο ναό ήταν τα σημαντικότερα ευρήματα, διότι ταύτισαν τον τόπο και το ιερό με τις πηγές. Μια αντρική μαρμάρινη κεφαλή των μέσων του 5ου αιώνα και μια πλάκα ελλειψοειδούς σχήματος, πάνω στην οποία σώζονται τα πόδια χήνας, ήταν από τα σημαντικότερα κινητά ευρήματα του χώρου. Μαρμάρινα ομοιώματα χήνας έχουν βρεθεί και στο Λητώον της Δήλου, ένα ναό αρχαϊκής εποχής.
Πιθανολογείται ότι τα ομοιώματα αυτά αποτελούσαν τμήματα του θρόνου της θεάς, η ασιατική καταγωγή της οποίας συνδέεται με έλη και λίμνες. Επίσης ένας αναθηματικός μαρμάρινος κιονίσκος, που σήμερα

 

βρίσκεται κοντά στην είσοδο, φέρει χαραγμένη επάνω του την ποιητικότερη επιγραφή του χώρου. Πρόκειται για ένα τμήμα ελεγειακού διστίχου, με το οποίο ο δωρητής αφιερώνει πιθανόν κάποιο άγαλμα στον "χρυσόμαλλο Απόλλωνα". Η επιγραφή χρονολογείται στο τέλος του 6ου αιώνα π.α.χ.χ.
Ευρήματα που σχετίζονται με το Ιερό
Ιερατική Οικία
Ευρήματα της Ιερατικής Οικίας
Περί της ονομασίας του  Ιερού
Επίλογος
Ο αρχαίος δήμος και το Ιερό: διαδρομή στο χρόνο
Επιστροφή στα περιεχόμενα